Το Συμβούλιο της Επικρατείας ερευνάται για παράλειψη έγκαιρης δικαστικής διερεύνησης προσφυγής κατά των μέτρων COVID-19, από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Συγκεκριμένα το ΣτΕ ελέγχεται γιατί όταν έθεσε υπό συζήτηση τη συγκεκριμένη υπόθεση, τα μέτρα τα οποία προσβάλλονταν με την προσφυγή, είχαν καταργηθεί , πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα η δίκη να μην έχει αντικείμενο και να καταργηθεί.
Η προσφυγή, υποβλήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 2020, ενώ το ΕΔΔΑ την κοινοποίησε στην Κυβέρνηση, θέτοντας ερωτήματα, σχεδόν ένα χρόνο μετά στις 25 Φεβρουαρίου 2021.
Η προσφυγή έγινε από ορθόδοξο εκκλησιαστικό σωματείο κατά της Ελλάδας και αφορά απαγόρευση της συλλογικής άσκησης θρησκευτικής λατρείας κατά την περίοδο 16/3 έως 16 /5/2020.
Η αίτηση ακύρωσης υποβλήθηκε στο ΣτΕ στις 30 Μαρτίου 2020, μαζί με αίτημα για αναστολή εκτέλεσης και προσωρινή διαταγή για την μη εφαρμογή της απαγόρευσης. Όμως το Συμβούλιο της Επικρατείας εξέδωσε απόφαση στις 23 Ιουνίου 2020 περί «κατάργησης της δίκης» καθώς δεν βρισκόταν πλέον σε ισχύ η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο προσδιορισμός της δίκης να γίνει την ώρα που είχε λήξει η ισχύς της διοικητικής πράξης.
Έτσι μετά από αυτό το σωματείο προσέφυγε στο ΕΔΔΑ για παραβίαση του δικαιώματος πρόσβασης σε δικαστήριο (άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ) και του δικαιώματος στην θρησκευτική ελευθερία, ως προς το ότι δεν ήταν επιτρεπτός ο συγκεκριμένος περιορισμός που επιβλήθηκε από την Ελλάδα για λόγους δημόσιας υγείας (άρθρο 9 παρ. 2 της ΕΣΔΑ).
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου απευθύνει στην Ελλάδα δύο ερωτήματα.
Το πρώτο:
«Έχει τηρηθεί το δικαίωμα του προσφεύγοντος για πρόσβαση σε δικαστήριο, στην προκειμένη υπο κρίση περίπτωση, όπως το δικαίωμα αυτό κατοχυρώνεται από το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ;»
Το δεύτερο:
«Παραβιάστηκε η θρησκευτική ελευθερία του προσφεύγοντος συλλόγου κατά την έννοια του άρθρου 9 της Σύμβασης; Ειδικότερα, ήταν αναγκαία η παρέμβαση στην άσκηση αυτού του δικαιώματος κατά την έννοια του άρθρου 9 παρ. 2;»
Η Ελλάδα τώρα αναμένεται να αποστείλει την υπόθεση στο Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο θα πρέπει να εξηγήσει εγγράφως για ποιόν λόγο δεν δικάστηκε η υπόθεση εντός του χρονικού διαστήματος κατά το οποίο ίσχυε η απόφαση.